δραγομάνος

δραγομάνος
ο (Μ δραγομάνος)
βλ. δραγουμάνος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. dragomanno < (αραβ.) tarqoman, ή < (βενετ.) dragoman].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • δραγουμάνος — και δραγομάνος, ο (Μ δραγουμάνος και δραγομάνος) διερμηνέας νεοελλ. φρ. «μέγας δραγουμάνος» τιμητικό αξίωμα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. δραγομάνος] …   Dictionary of Greek

  • Dragoman — For other uses, see Dragoman (disambiguation). Amédée Jaubert (left) was Napoleon s favourite orientalist adviser and dragoman .[1 …   Wikipedia

  • Dragomán — En Oriente se denomina dragomán, truchimán, trujimán o trujamán a un intérprete lingüístico. La palabra proviene del idioma árabe, tourdjoumân (ترجمان, traductor), y se utiliza desde el siglo XII. En el Imperio otomano y en el Levante, había… …   Wikipedia Español

  • ερμηνεύς — ἑρμηνεύς, ὁ (AM) 1. αυτός που εξηγεί κάτι, αυτός που κάνει κάτι σαφές 2. αυτός που μεταφράζει από τη μια γλώσσα στην άλλη, ο διερμηνέας, ο δραγομάνος 3. ο μεσάζων, ο προξενητής 4. ο μεσίτης. [ΕΤΥΜΟΛ. Τεχνικός όρος με θέμα άγνωστης ετυμολ. + κατάλ …   Dictionary of Greek

  • φανάρι — I Ιστορική συνοικία της Κωνσταντινούπολης, όπου εδρεύει από το 1603 το οικουμενικό πατριαρχείο. Βρίσκεται στη νότια παραλία του Κεράτιου κόλπου και ονομάστηκε έτσι από τον φάρο που υπήρχε στη βασιλική αποβάθρα. Τριγυριζόταν από τείχος, στα ΒΔ του …   Dictionary of Greek

  • Υψηλάντης — I Επώνυμο παλιάς και αρχοντικής φαναριώτικης οικογένειας, γνωστής κυρίως για τη δράση της στη Μολδοβλαχία και τον ηγετικό της ρόλο στην Επανάσταση του 1821. Η προέλευση της ήταν από την Τραπεζούντα και οι παραδόσεις μιλούν για μερικά μέλη της που …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”